Η έννοια της περιθωριοποίησης και του κοινωνικού αποκλεισμού της διαφορετικότητας, επινοήθηκε κοντά στα 1960, όταν το φαινόμενο αυτό ξεκίνησε να απασχολεί τους κοινωνικούς επιστήμονες. Συνήθως παρουσιάζονται τέσσερεις μορφές κοινωνικού αποκλεισμού, που εννοιολογικά τουλάχιστον σε αρκετές περιπτώσεις αλληλοκαλύπτονται:
1.Οστρακισμός, με τη μορφή της εξορίας από μία δεδομένη ανθρώπινη κοινότητα.
2.Κοινωνικός αποκλεισμός μέσα στα όρια μια δεδομένης κοινότητας που μπορεί να πάρει και τη μορφή της διαπάλης ανάμεσα σε διαφορετικές τάξεις ανθρώπων.
3.Απόρριψη του ατόμου από την ομάδα στην οποία λειτουργούσε για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.
4.Παρενόχληση ως μορφή επίδειξης κοινωνικού αποκλεισμού.
Ο κοινωνικός αποκλεισμός
Ο υποτιμητικός και περιφρονητικός τρόπος αντιμετώπισης της διαφορετικότητας των ανθρώπων είναι γνωστός από παλιά, σχεδόν ανήκει στην αιωνιότητα της ανθρώπινης ιστορίας. Οι κοινωνίες πάντα συμπεριφέρονταν μειωτικά στους φτωχούς, τους ανάπηρους, τους ψυχικά άρρωστους ακόμα και στους ξένους. Ας μη ξεχνάμε τον Καιάδα των Σπαρτιατών και ότι. ακόμα και στην αρχαία Ελλάδα της Δημοκρατίας ήταν ισχυρή η ιδεολογία του «πας μη Ελλην βάρβαρος» και φυσικά οι ξένοι όχι μόνο δεν αμφισβητούσαν την άνιση μεταχείριση που τους είχε επιβληθεί αλλά δέχονταν καρτερικά κάθε συνέπειά της, όπως ήταν η φτώχεια, η υποτίμηση και η στέρηση των κοινωνικών και πολιτικών
δικαιωμάτων τους . Η προκατάληψη λοιπόν για τον διαφορετικό άνθρωπο έχει τις ρίζες της στο πολύ μακρινό παρελθόν. Από τότε υπήρχαν οι κοινωνικά αδύναμες ομάδες, με κυρίαρχο χαρακτηριστικό τους την διαφορετική «ράτσα» Η λέξη προέρχεται από την αραβική ras και σημαίνει κεφάλι. Οι Αραβες, επειδή αποτελούνταν από πολλές φυλές και ζούσαν τον νομαδικό τρόπο ζωής είχαν καθιερώσει ένα όνομα για κάθε μια από αυτές. . Κάθε μέλος έπρεπε να θυμάται την ονομασία της φυλής που ανήκε, «να την κρατά δηλαδή
μέσα στο κεφάλι του». Μόνο έτσι ένιωθε ξεχωριστός αυτός και η φυλή του,
σε σχέση με τις υπόλοιπες. Από αυτή τη λέξη προήλθε ο ρατσισμός, δηλαδή ο αποκλεισμός και η περιθωριοποίηση, με βάση τη φυλή, μικρών ομάδων από τα δικαιώματα και
τα προνόμια , που απολαμβάνει η ευρύτερη κοινωνία. Η ετερότητα, δηλαδή το να είναι κάποιος διαφορετικός από τους άλλους και να ανήκει σε αριθμητικά μικρότερες πληθυσμιακές ομάδες, δείχνει να είναι ένα από τα κυριότερα στοιχεία του κοινωνικού αποκλεισμού και του ρατσισμού. Η ετερότητα επιφυλάσσει σχεδόν αυτόματα μια θέση αδυναμίας, μια κατάσταση «ευπάθειας» του ατόμου στο κοινωνικό πεδίο. Ένα άτομο, γίνεται θύμα του κοινωνικού αποκλεισμού, επειδή και μόνον ανήκει σε μια ομάδα με συγκεκριμένα και διαφορετικά χαρακτηριστικά, φυλετικά, κοινωνικά, οικονομικά, επαγγελματικά, ή επειδή πάσχει από οργανική,
πνευματική ή ψυχική αρρώστια. Την τελευταία 10ετία οι κοινωνικές και ψυχολογικές μελέτες, όπως και οι νομοθετικές παρεμβάσεις αποσκοπούν να εξαλείψουν τις αιτίες και τα αποτελέσματά του κοινωνικού αποκλεισμού και να αποκαταστήσουν χιλιάδες ανθρώπους, που αδικούνται κοινωνικά χωρίς κανένα λόγο. Χιλιάδες άνθρωποι υποφέρουν, εξαιτίας του αδικαιολόγητου στιγματισμού και καταλήγουν να επιβιώνουν στο περιθώριο της κοινωνικής ζωής..
Πραγματικά, τα άτομα που βιώνουν τον αποκλεισμό δοκιμάζονται σκληρά,
συναντούν συνεχώς εμπόδια στην άσκηση των φυσικών δικαιωμάτων τους,
όπως είναι η ελευθερία και η αυτοπραγμάτωση, μέσα στην κοινωνία, που
ζουν. Η παραβίαση των ατομικών και ανθρώπινων δικαιωμάτων τους είναι γι
αυτούς μια διαρκής τραυματική εμπειρία, που τα αναγκάζει να ζουν σε
συνθήκες κυριολεκτικά ανεπίτρεπτης εξαθλίωσης . Ο κοινωνικός αποκλεισμός οδηγεί μοιραία στην φτώχεια κι αυτό δεν μπορεί παρά να αποτελεί σκάνδαλο. Η φτώχεια δεν είναι η φυσική συνέπεια της διαφορετικότητας όπως π.χ μια σωματική αναπηρία μπορεί να οδηγεί σε κάποιες κινητικές ή άλλες οργανικές δυσλειτουργίες. Η φτώχεια είναι μια
επιλογή, μια επικίνδυνη και συνειδητή συμπεριφορά της ομάδας πλειοψηφίας, μια πανούργα και πολυσύνθετη διαδικασία, που στοχεύει αποκλειστικά στην ενδυνάμωση των ισχυρών και πλειοψηφικών ομάδων, σε βάρος των ασθενέστερων και μικρότερων. Η σχέση αυτών των ισχυρών ομάδων με το θεσμοθετημένο σύστημα στηρίζεται στην πίεση που αυτές ασκούν για την απόκτηση όλο και περισσότερων προνομίων, σε βάρος των
ευπαθών και αδύναμων ομάδων.
δικαιωμάτων τους . Η προκατάληψη λοιπόν για τον διαφορετικό άνθρωπο έχει τις ρίζες της στο πολύ μακρινό παρελθόν. Από τότε υπήρχαν οι κοινωνικά αδύναμες ομάδες, με κυρίαρχο χαρακτηριστικό τους την διαφορετική «ράτσα» Η λέξη προέρχεται από την αραβική ras και σημαίνει κεφάλι. Οι Αραβες, επειδή αποτελούνταν από πολλές φυλές και ζούσαν τον νομαδικό τρόπο ζωής είχαν καθιερώσει ένα όνομα για κάθε μια από αυτές. . Κάθε μέλος έπρεπε να θυμάται την ονομασία της φυλής που ανήκε, «να την κρατά δηλαδή
μέσα στο κεφάλι του». Μόνο έτσι ένιωθε ξεχωριστός αυτός και η φυλή του,
σε σχέση με τις υπόλοιπες. Από αυτή τη λέξη προήλθε ο ρατσισμός, δηλαδή ο αποκλεισμός και η περιθωριοποίηση, με βάση τη φυλή, μικρών ομάδων από τα δικαιώματα και
τα προνόμια , που απολαμβάνει η ευρύτερη κοινωνία. Η ετερότητα, δηλαδή το να είναι κάποιος διαφορετικός από τους άλλους και να ανήκει σε αριθμητικά μικρότερες πληθυσμιακές ομάδες, δείχνει να είναι ένα από τα κυριότερα στοιχεία του κοινωνικού αποκλεισμού και του ρατσισμού. Η ετερότητα επιφυλάσσει σχεδόν αυτόματα μια θέση αδυναμίας, μια κατάσταση «ευπάθειας» του ατόμου στο κοινωνικό πεδίο. Ένα άτομο, γίνεται θύμα του κοινωνικού αποκλεισμού, επειδή και μόνον ανήκει σε μια ομάδα με συγκεκριμένα και διαφορετικά χαρακτηριστικά, φυλετικά, κοινωνικά, οικονομικά, επαγγελματικά, ή επειδή πάσχει από οργανική,
πνευματική ή ψυχική αρρώστια. Την τελευταία 10ετία οι κοινωνικές και ψυχολογικές μελέτες, όπως και οι νομοθετικές παρεμβάσεις αποσκοπούν να εξαλείψουν τις αιτίες και τα αποτελέσματά του κοινωνικού αποκλεισμού και να αποκαταστήσουν χιλιάδες ανθρώπους, που αδικούνται κοινωνικά χωρίς κανένα λόγο. Χιλιάδες άνθρωποι υποφέρουν, εξαιτίας του αδικαιολόγητου στιγματισμού και καταλήγουν να επιβιώνουν στο περιθώριο της κοινωνικής ζωής..
Πραγματικά, τα άτομα που βιώνουν τον αποκλεισμό δοκιμάζονται σκληρά,
συναντούν συνεχώς εμπόδια στην άσκηση των φυσικών δικαιωμάτων τους,
όπως είναι η ελευθερία και η αυτοπραγμάτωση, μέσα στην κοινωνία, που
ζουν. Η παραβίαση των ατομικών και ανθρώπινων δικαιωμάτων τους είναι γι
αυτούς μια διαρκής τραυματική εμπειρία, που τα αναγκάζει να ζουν σε
συνθήκες κυριολεκτικά ανεπίτρεπτης εξαθλίωσης . Ο κοινωνικός αποκλεισμός οδηγεί μοιραία στην φτώχεια κι αυτό δεν μπορεί παρά να αποτελεί σκάνδαλο. Η φτώχεια δεν είναι η φυσική συνέπεια της διαφορετικότητας όπως π.χ μια σωματική αναπηρία μπορεί να οδηγεί σε κάποιες κινητικές ή άλλες οργανικές δυσλειτουργίες. Η φτώχεια είναι μια
επιλογή, μια επικίνδυνη και συνειδητή συμπεριφορά της ομάδας πλειοψηφίας, μια πανούργα και πολυσύνθετη διαδικασία, που στοχεύει αποκλειστικά στην ενδυνάμωση των ισχυρών και πλειοψηφικών ομάδων, σε βάρος των ασθενέστερων και μικρότερων. Η σχέση αυτών των ισχυρών ομάδων με το θεσμοθετημένο σύστημα στηρίζεται στην πίεση που αυτές ασκούν για την απόκτηση όλο και περισσότερων προνομίων, σε βάρος των
ευπαθών και αδύναμων ομάδων.
Ο Εθνικισμός, η Ρατσιστική βία, ξενοφοβία εμπόδια στην Ευρωπαϊκή δημοκρατική πορεία.
Η δημοκρατική παράδοση της Ευρώπης βρίσκεται αντιμέτωπη με εθνικισμούς, ρατσιστική βία, ξενοφοβία, φαινόμενα που η όξυνσή τους συνδυάζεται και με το κύμα της οικονομικής μετανάστευσης. Οι ξενοφοβικές τάσεις, οι ρατσιστικές αντιλήψεις και οι προκαταλήψεις ανεξάρτητα από τους λόγους που τις προκαλούν, μπορεί να αποτελέσουν εκρηκτικό παράγοντα στη συνοχή του κοινωνικού ιστού και μπορεί να εγκυμονούν κινδύνους για τη δημοκρατία και το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η προοπτική μιας χώρας αλλά και της Ευρώπης που επιδιώκει τη διεύρυνση και το βάθεμα της δημοκρατίας, την ισόρροπη ανάπτυξη και την ευημερία δεν μπορεί να συνυπάρξει με γκέτο, ρατσιστική βία, ανισότητα. Ο σεβασμός της διαφοράς, η αναγνώριση του δικαιώματος στη διαφορά, η ανοχή διαφορετικών μορφών ζωής είναι γνωρίσματα αναπτυγμένων κοινωνιών. Επομένως η ανεκτικότητα δεν είναι έκφραση αδιαφορίας αλλά μια θετική στάση, επιβεβαίωση της ταυτότητάς μας, μέσω της αποδοχής της ταυτότητας των άλλων και αποτελεί προϋπόθεση για τη ομαλή συμβίωση των ανθρώπων και των κοινωνιών. Στο ρατσισμό, στη βία και στη ξενοφοβία δεν αρκεί να αντιτάξουμε την ανησυχία μας ή τη στερεότυπη καταδίκη επιμέρους φαινομένων. Απαιτείται θεσμική και κοινωνική αντιμετώπισή τους. Η εφαρμογή πολιτικής, ώστε να εξαλειφθούν οι αιτίες που τα προκαλούν.
Αποφασιστική αντιμετώπιση του ρατσισμού σημαίνει διασφάλιση πολιτικής λύσης των προβλημάτων των περιθωριοποιημένων ή των απειλουμένων με περιθωριοποίηση στρωμάτων του πληθυσμού, ιδίως των νέων και των ανέργων, για να μην τροφοδοτούν τα κοινωνικά προβλήματα αρνητικές στάσεις απέναντι στους ξένους, γιατί ο ρατσισμός οδηγεί στον κοινωνικό αποκλεισμό αλλά και τρέφεται από αυτόν. Είναι δημαγωγικός ο λόγος, όσων σε περιόδους οικονομικής ύφεσης θεωρούν τους μετανάστες υπεύθυνους για την κρίση στην αγορά εργασίας, για την εγκληματικότητα, την περιθωριοποίηση.
Κι αυτό, γιατί η ευθύνη μιας κοινωνίας, μιας Ευρώπης με ανθρωπιστικό και δημοκρατικό προσανατολισμό, δε συνίσταται στο να κλείσει ερμητικά τις πόρτες, αλλά στο να συμβάλλει με κάθε τρόπο στην άρση των αιτιών που προκαλούν τα νέα μεταναστευτικά ρεύματα και να συμβάλλει στην ειρήνευση και στην ανάπτυξη των χωρών απ όπου προέρχονται. Η καταπολέμηση του ρατσισμού και της ξενοφοβίας προϋποθέτει την ένταξη και την ενσωμάτωση των μεταναστών και των μειονοτήτων με μακροχρόνιο και ισόρροπο τρόπο στη δημόσια και οικονομική ζωή των εθνικών κοινωνιών.
Η ειρηνική κοινωνία του μέλλοντος οφείλει να είναι κοινωνία της απασχόλησης και της κοινωνικής προστασίας όλων, της βελτίωσης της ποιότητας της εκπαίδευσης, της προστασίας των δικαιωμάτων των παιδιών από κάθε είδους βία. Οφείλει να είναι μια κοινωνία ανοιχτή και ασφαλής όπου ο φόβος και η αγωνία για το αύριο δεν έχουν θέση.
Τα ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις σε όλους τους κατοίκους μιας χώρας ανεξάρτητα από εθνική καταγωγή, πολιτισμική ανάπτυξη, θρησκευτική πίστη και γλώσσα είναι έργο της κοινωνίας των πολιτών, ευθύνη της πολιτικής, πρέπει να είναι όραμα της νέας γενιάς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου